ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ -- ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΣΤΟ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ



Ο καθαρισμός των μαρμάρων του Παρθενώνα διήρκεσε δεκαπέντε μήνες, από το 1938 έως το 1939. Κατά τον καθαρισμό αυτό, υπάλληλοι του μουσείου, χωρίς επίσημη έγκριση, χρησιμοποίησαν χάλκινα εργαλεία για να βγάλουν αυτό που πίστευαν ότι ήταν βρωμιά, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν η οξείδωση της ιστορικής επιφάνειας που αποκτά ένα χρώμα σαν αυτό του μελιού. Επίσημη δήλωση που ανακοινώθηκε τότε και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα The Times ανέφερε ότι η ανάθεση στη νέα πινακοθήκη του Λόρδου Duveen να στεγάσει τα γλυπτά θα παρείχε τη δυνατότητα να καθαριστούν και να βελτιωθεί η εμφάνιση της επιφάνειάς τους με την απομάκρυνση των σημείων που παρουσίαζαν αλλοίωση.

frieze detail

Στις 8 Οκτωβρίου 1938 η μόνιμη επιτροπή του βρετανικού μουσείου ανακάλυψε ότι «μετά από ακατάλληλες και χωρίς έγκριση προσπάθειες να βελτιωθεί το χρώμα των γλυπτών του Παρθενώνα για την πινακοθήκη του Λόρδου Duveen, μερικά πολύ σημαντικά κομμάτια είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές». Αποτέλεσμα ήταν να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη εναντίον δύο υπαλλήλων, του Frederic Pryce, τότε συντηρητή ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων, στον οποίο «δόθηκε άδεια να αποσυρθεί από την υπηρεσία Εφόρων λόγω προβλημάτων υγείας», και του βοηθού του, Roger Hinks, ο οποίος επιπλήχθηκε επίσημα για παραμέληση καθήκοντος και τιμωρήθηκε με αφαίρεση δέκα ετών αρχαιότητας στην υπηρεσία και με μείωση μισθού. Έπειτα από αυτά παραιτήθηκε και ο καθηγητής Bernard Ashmole κλήθηκε να αναλάβει το τμήμα των ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων ως επίτιμη ιδιότητα.

Ωστόσο, ο George Hill ( συντηρητής των ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων στο βρετανικό μουσείο από το 1921 έως το 1930) αρνήθηκε ότι χρησιμοποιήθηκε αμβλύ χάλκινο εργαλείο και σε γράμμα του στην εφημερίδα The Times το 1939 δήλωσε ότι η μέθοδος καθαρισμού περιελάμβανε μόνο νερό και σαπούνι και η όποια ενδεχόμενη ζημιά δεν ήταν αντιληπτή από ένα άπειρο μάτι. Οι συντηρητές τομέων τέθηκαν υπεύθυνοι για τον καθαρισμό με καθήκον να εκδίδουν οδηγίες, να επιβλέπουν τη διαδικασία και να αναφέρουν κατευθείαν στους εφόρους του μουσείου και όχι στους διευθυντές.

Ο κ. Arthur Holcome, όμως, επικεφαλής της ομάδας καθαρισμού αρχαιοτήτων του μουσείου, δήλωσε σε συνέντευξη σε εφημερίδα στις 19 Μαίου 1939 ότι στα μέλη της ομάδας του

« δόθηκε διάλυμα σαπουνιού νερού και αμμωνίας. Αρχικά βουρτσίσαμε τη σκόνη από τα μάρμαρα με μαλακή βούρτσα. Έπειτα τα πλύναμε με το διάλυμα χρησιμοποιώντας την ίδια βούρτσα. Τα στεγνώσαμε με σφουγγάρι και ξαναπήραμε την επιφάνεια με απεσταγμένο νερό... Για να καθαρίσω μερικά από τα πιο βρώμικα σημεία, τα έτριψα με ένα αμβλύ χάλκινο εργαλείο. Ορισμένα από αυτά ήταν τόσο μαύρα από τη βρωμιά όσο και αυτή η σχάρα» είπε ο κ. Holcombe, δείχνοντας στο τζάκι του. Παραδέχτηκε ότι μερικοί από τους άνδρες του ακολούθησαν το παράδειγμά του αλλά ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος από την ενέργεια αυτή «διότι ο χαλκός είναι πιο μαλακός από την πέτρα.(!) Έχω χρησιμοποιήσει τα ίδια εργαλεία για να καθαρίσω μάρμαρα στο μουσείο με την άδεια τεσσάρων μέχρι τώρα διευθυντών.» (!!!)

Μια συλλογή περιοδικών με τον τίτλο «The Gymnasium of the Mind: the journals of Roger Hinks 1933-63» που εκδόθηκαν με επιμέλεια του John Goldsmith (1984), αποκαλύπτει περαιτέρω στοιχεία που υποδηλώνουν προσπάθεια συγκάλυψης. Στην πραγματικότητα ο καθαρισμός έγινε μετά από εντολή του Sir John Soames (διευθυντή τότε του βρετανικού μουσείου) για την ικανοποίηση σχετικού αιτήματος από τον Λόρδο Duveen. Δύο σημαντικές αναφορές της υποεπιτροπής έρευνας σχετικά με τον καθαρισμό καθώς και οι ένορκες καταθέσεις των υπαλλήλων παρέμεναν, το 1984, εκτός δημοσιότητας. Το γεγονός αυτό εντείνει περισσότερο τις αμφιβολίες σχετικά με την επίσημη άποψη ότι οι Pryce και Hinks, ως επίσημοι συντηρητές, θα έπρεπε να επιβλέψουν με μεγαλύτερη προσοχή μια διαδικασία η οποία κανονικά έπρεπε να είχε περιέλθει στην ευθύνη του Sir John Forsdyke, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα διευθυντή του βρετανικού μουσείου μετά τον Sir John Soames.

frieze detail

Στο Αρχείο, που βρίσκεται στο Kew, υπάρχει αναφορά σε κάποιο έγγραφο του υπουργείου εξωτερικών με τίτλο «Φροντίδα των Ελγινείων Μαρμάρων: χρήση χάλκινης βούρτσας για τον καθαρισμό των μαρμάρων με αποτέλεσμα την πρόκληση σοβαρών ζημιών στην επιφάνεια.» Ο φάκελλος έχει καταστραφεί. Η αναφορά σχετικά με το γεγονός την οποία υπέβαλε η μόνιμη επιτροπή στον Sir John Fosdyke στις 14 Ιανουαρίου 1939 πρόκειται να δοθεί στη δημοσιότητα φέτος.

Η διαμάχη σχετικά με τον καθαρισμό συνεχίστηκε το 1983, όταν το βρετανικό μουσείο κατηγορήθηκε ότι επιτάχυνε τη διαδικασία της διάβρωσης καθώς κάλυψε την επιφάνεια της καρυάτιδας με πλαστική επίστρωση που υποτίθεται ότι ήταν προστατευτική. Οι επικρίσεις εκτοξεύθηκαν από διακεκριμμένο Έλληνα συντηρητή, τον κ. Σκουλίδη, καθηγητή της φυσικής χημείας, ο οποίος ανήκει στην επιτροπή συντήρησης της Ακρόπολης. Παρά το γεγονός ότι κανένας δεν θα αμφισβητούσε τη γενική φροντίδα του βρετανικού μουσείου για τα μάρμαρα, το τελευταίο αυτό γεγονός προσδίδει μεγαλύτερο βάρος στην επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να απαιτήσει την επανάκτηση των μαρμάρων.

Τις πληροφορίες παρείχε η Βρετανική Επιτροπή για την Επιστροφή των Ελγινείων Μαρμάρων. Πρόσθετα στοιχεία συγκεντρώθηκαν από το βιβλίο «Ελγίνεια Μάρμαρα: πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα;» του Christopher Hitchens (νέα έκδοση το Νοέμβριο).

Return to Home Page